Οικολογία Αλληλεγγύη /Συνασπισμός των πολιτών
Οικολογική Κίνηση Θεσσαλονίκης
Φιλίππου 51, 54631 Θεσσαλονίκη
τηλ. 2310.222 503, 409 770, fax 2310.421 196
Eπικοινωνία: Μιχάλης Τρεμόπουλος, τηλ. 2310.328791
E-mail: ecology-trem@nath.gr
10.2.04
ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΩΝ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΩΝ
Ανέτοιμη η Νομαρχία Θεσσαλονίκης
Πλήρως ανέτοιμη να αντιμετωπίσει ένα βιομηχανικό ατύχημα μεγάλης έκτασης, σαν αυτό που απείλησε η πρόσφατη πυρκαγιά στο εγκαταλειμμένο εργοστάσιο φυτοφαρμάκων της πρώην «Διάνα», αποδείχτηκε η Νομαρχία Θεσσαλονίκης.
Είναι χαρακτηριστικό ότι διαθέτει ήδη από το 2000 ένα ολοκληρωμένο σύστημα, που περιέχει όλες τις πληροφορίες για την άμεση και αποτελεσματική αντιμετώπιση αλλά κυρίως για την πρόληψη ενός σοβαρού ατυχήματος και το έχει αφήσει στην αχρηστία!
Πρόκειται για το Επιχειρησιακό Κέντρο για την Αντιμετώπιση Βιομηχανικών Ατυχημάτων Μεγάλης Έκτασης, που εκπονήθηκε από το Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο, χρηματοδοτήθηκε από το Β’ Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης και δόθηκε μόνο σε τρεις Νομαρχίες της χώρας (Θεσσαλονίκης, Πειραιά και Δυτ. Αττικής). Με τη χρήση της σύγχρονης τεχνολογίας και το κατάλληλο λογισμικό, που της προσφέρθηκε, θα μπορούσε να αξιοποιήσει άμεσα αυτό το αρχείο, που συγκροτήθηκε με τη συμβολή του ΥΠΕΧΩΔΕ, και να γνωρίζει ανά πάσα στιγμή για όλες τις βιομηχανίες τα πλήρη στοιχεία. Θα είχε πλήρη εικόνα και σχέδια, από τις κατόψεις, τις εγκαταστάσεις, τις δεξαμενές και τις ουσίες που χρησιμοποιούνται, μέχρι τα σενάρια των πιθανών ατυχημάτων, την εξέλιξη του ατυχήματος με βάση τα μετεωρολογικά δεδομένα, τους τρόπους άμεσης δράσης και τους δρόμους διαφυγής εργαζομένων και πολιτών.
Έχουν μάλιστα εκπαιδευτεί και υπάλληλοι, το σύστημα είναι εγκατεστημένο στη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας αλλά η διοίκηση της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης δείχνει να το αγνοεί. Το αποτέλεσμα είναι να αντιμετωπίζει με ελαφρότητα το ατύχημα της «Διάνα», και να πελαγοδρομεί ανάμεσα σε φήμες, εκ των υστέρων εκτιμήσεις και λανθασμένες ή παραπλανητικές ετικέτες πάνω στα βαρέλια που βρίσκονται ακόμη αποθηκευμένα στο χώρο. Με δεδομένο μάλιστα ότι έχουν εντοπιστεί αποθηκευμένα τοξικά φυτοφάρμακα στη Χαλάστρα, μπορεί βάσιμα να υποθέσει κανείς ότι ο προηγούμενος ιδιοκτήτης της «Διάνα» συνεχίζει να κερδοσκοπεί σε βάρος της υγείας των αγροτών και των καταναλωτών, χρησιμοποιώντας αυτές τις ουσίες για την παραγωγή νέων φυτοφαρμάκων.
Με ποιο δικαίωμα λοιπόν η Νομαρχία έχει υποτιμήσει τους κινδύνους αυτούς αλλά και ψευδώς διαβεβαίωνε πριν τρεις μήνες ότι το σύνολο των επικίνδυνων φυτοφαρμάκων έχει απομακρυνθεί από το εργοστάσιο; Ήδη χτες λέγαμε ότι μένει να αποδειχτεί πως αυτή έδωσε την εντολή να σταματήσει η φύλαξη του χώρου από ιδιωτική εταιρεία σεκιούριτι, με αποτέλεσμα να μετατραπεί ο χώρος σε ξέφραγο αμπέλι και διάφοροι να αφαιρούν από το χώρο υλικά και μέταλλα, να συμπιέζουν βαρέλια και να χύνουν το τοξικό περιεχόμενό τους στο έδαφος για να τα πουλήσουν ως παλιοσίδερα! Ακόμη και επικίνδυνα φυτοφάρμακα έχουν αφαιρεθεί από τα κουτιά τους και έχουν διοχετευτεί σε άγνωστους αποδέκτες! Το αποτέλεσμα είναι να έχουν μολυνθεί και οι ίδιοι αλλά και να έχει προχωρήσει η ρύπανση με τοξικά και μέσα στο έδαφος.
Μετά από επιτόπια αυτοψία, διαπιστώσαμε ότι σε κλειστό χώρο του εργοστασίου βρίσκονται αποθηκευμένα βαρέλια με τοξικά φυτοφάρμακα, που τα στοιχεία τους έχουν διαγραφεί και έχουν μια νέα ταμπέλα με την επιγραφή «Υγρά Φυτοφάρμακα»! Ποιος θα μας πει επιτέλους τι βρίσκεται αποθηκευμένο στη «Διάνα»; Ποιος θα μας πει υπεύθυνα αν συνεχίζουμε να κινδυνεύουμε;
«Αυτό που θα πρέπει να κάτσει στο εδώλιο του κατηγορούμενου είναι το ίδιο το μοντέλο της στρεβλής ανάπτυξης που ακολούθησε μεταπολεμικά η χώρα», δήλωσε χτες ο νομαρχιακός σύμβουλος Θεσσαλονίκης Μιχάλης Τρεμόπουλος. «Πρόκειται μάλιστα για μια βιομηχανία που όχι μόνο δηλητηρίασε εργαζόμενους και περιοίκους αλλά και με το προϊόν που παρήγαγε δηλητηρίαζε την ίδια την παραγωγή και τους καταναλωτές. Και επιπλέον, συνεχίζει να απειλεί και μετά το κλείσιμό της. Να γιατί το αίτημα της καθαρής παραγωγής πρέπει να συνοδεύεται και από το αίτημα για υποστήριξη της ανάπτυξης της οικολογικής-βιολογικής γεωργίας».
Είναι φανερό ότι θα πρέπει να υπάρξει μια άμεση αναβάθμιση των υπηρεσιών της Νομαρχίας και να ενεργοποιηθεί άμεσα το σύστημα των τακτικών και έκτακτων επιθεωρήσεων. Πάνω από όλα όμως χρειάζεται μια άλλη πολιτική, σε κεντρικό και τοπικό επίπεδο.