Τα φαντάσματα πίσω από τους “φράκτες”
«Τη δεύτερη δεκαετία του εικοστού πρώτου αιώνα, η Μεταξούπολη* και τα πέριξ ήταν γι’ άλλη μια φορά γεμάτα φαντάσματα, αλλά κανείς δεν έγραφε ποιήματα γι’ αυτά. Είχαν ταξιδέψει μέσα από τους διαδρόμους, που δεν αλλάζουν ποτέ και είχαν ξεβραστεί εδώ στη Θράκη, ανάμεσα σε τρεις θάλασσες και, ναι, «δύο κόσμους και δυο νιάτα». Τον κόσμο εκείνων με τα σωστά διαβατήρια και τον κόσμο εκείνων που έρχονταν από μέρη με αρχαία ονόματα: Βαβυλώνα, Μεσοποταμία και Κουρδιστάν.
Εκείνα τα φαντάσματα -άνδρες, γυναίκες και παιδιά- περπατούσαν σε αγροτικούς δρόμους ανάμεσα στις παραμεθόριες πόλεις της Ευρώπης, με πλαστικές σακούλες και μάτια που οι ντόπιοι απέφευγαν να κοιτάξουν, από φόβο μήπως αντικρίσουν τα βάσανα όλου του κόσμου. Κι ενώ περίμεναν για τον έλεγχο των εγγράφων τους, η περασμένη τους ζωή είχε μείνει πίσω σωριασμένη σε ερείπια. Εκείνοι όμως δεν είχαν την πολυτέλεια να θρηνούν, αφού το πρόβλημα που αντιμετώπιζαν ήταν πολύ πιο πιεστικό: η νέα τους ζωή δεν μπορούσε ν’ αρχίσει.»
[Κάπκα Κασάμποβα «ΣΥΝΟΡΑ, Ανθρώπινες ιστορίες από την άκρη των Βαλκανίων», εκδόσεις ΟΞΥ]
* Σ. Σ. Σήμερα το Σβίλενγκραντ, πόλη στη νοτιοκεντρική Βουλγαρία, στα σύνορα της Τουρκίας και της Ελλάδας