Picture of sstamellos

sstamellos

Το σπίτι μας στην εξοχή, στα Πετράλωνα

Αυτό είναι το σπίτι μας, απέναντι από το χωριό, τα Πετράλωνα Ευρυτανίας, στη θέση «Πλάτανος» κάτω από το Γλα. Μέτρησα χθες το μονοπάτι με το garmin. Από το χωριό είναι 2,7 χλμ. Αυτή την απόσταση έκαναν η μάνα και ο πατέρας τα τελευταία είκοσι χρόνια της ζωής τους, σχεδόν κάθε μέρα. Ο πατέρας μέχρι στα 90 του. Η μάνα έφυγε στα 90 της πριν εννιά χρόνια και ο πατέρας στα 94 πριν πέντε χρόνια.

Το σπίτι κατασκευάστηκε το 1957, όταν ήμουνα 3,5 χρόνων. Θυμάμαι όταν έπεσα μέσα σε μια γούρνα γεμάτη νερό, που την είχαν για την κατάσβεση του ασβέστη, και με έσωσε τελευταία στιγμή η αδερφή μου. Είναι ένα από τα πρώτα έντονα γεγονότα που θυμάμαι στη ζωή μου, κι αυτό πολύ αμυδρά. Το άλλο είναι όταν με πήρε η αγελάδα μας, η τσιβούλα, στα κέρατά της από την τιράντα, κούνια μπέλα…

Θυμάμαι επίσης τους μαστόρους, πριν αρχίσουν να βάζουν τις πλάκες για τη σκεπή, πάνω στον καβαλάρη με τα σκεπάρνια στα χέρια και κρεμασμένο ένα άσπρο μαντήλι, που φώναζαν «μαντήλια». Ήταν το έθιμο για να πάρουν τα δώρα τους από τον νοικοκύρη και τους συγγενείς. Το άσπρο μαντήλι συμβόλιζε την ειρήνη και την ευτυχία της οικογένειας. Και ακολούθησαν φυσικά οι ευχές και το γλέντι με τσίπουρο και κρασί και τον κόκορα στον τέντζερη.

Το σπίτι είναι πέτρινο, ανώγειο με εξωτερική σκάλα και ξύλινο μπαλκόνι από την ανατολική του πλευρά, ενώ από τη δυτική έχει πόρτα και πρόσβαση κατευθείαν, λόγω της κλίσης του εδάφους. Έχει δύο δωμάτια μεγάλα με τζάκι και τρία παράθυρα το καθένα. Το ένα δωμάτιο ήταν το καθιστικό μας, εκεί κοιμόμασταν, και το άλλο ήταν «το καλό», για τους ξένους και για τα γλέντια. Στη μέση ήταν η «σάλα», που ένωνε τα δύο δωμάτια και την κουζίνα. Η κουζίνα ήταν εξωτερική στη δυτική πλευρά και είχε το δικό της τζάκι, όπου μαγειρεύαμε και βάζαμε τη γάστρα για το ψωμί, τις πίτες και τα φαγητά στο ταψί. Ήταν ταβανωμένο στα δύο δωμάτια, η σάλα όχι.

Στο κατώι το μεγαλύτερο μέρος του ήταν για τα μεγάλα μας ζώα, τις δύο αγελάδες, το άλογο και το γαϊδούρι, ενώ είχαμε και την αποθήκη για τα βαρέλια με τα κρασιά, τα τυριά και τα κρέατα του χειμώνα. Η μικρή αποθήκη λειτουργούσε δηλαδή ως πρόχειρο ψυγείο, γιατί είχε αρκετή δροσιά το καλοκαίρι.

Άντεξε στο σεισμό των 6,2 ρίχτερ του 1966, που είχε επίκεντρο το χωριό. Έπεσε η καμινάδα και έπεσαν οι πλάκες της σκεπής στο κέντρο, στο σημείο της σάλας ευτυχώς∙ και ήταν αρκετά βαριές… Ήταν 4 η ώρα το πρωί και κοιμόμασταν κανονικά. Άνοιξε επίσης ο τοίχος στις γωνίες και είχε αρκετά ραγίσματα εσωτερικά. Εξωτερικά δεν φαίνονταν. Σημασία έχει ότι το κράτησαν οι ξυλοδεσιές, γιατί δεν έχει καθόλου τσιμέντο.

Οι γονείς μου έφτιαξαν στη ζωή τους τρία σπίτια. Ένα το 1952 με κάποιες μικρές επιδοτήσεις από το Σχέδιο Μάρσαλ στο χωριό, που το έδωσαν «προίκα» στην αδερφή μου. Το δεύτερο αυτό στην εξοχή και το τρίτο επίσης στο χωριό, με το σεισμόπληκτο δάνειο, το 1974. Το 2010 ο πατέρας, στα 90 του, άλλαξε τη σκεπή με κόκκινο τσίγκο. Ευτυχώς, γιατί είχε πολλά προβλήματα με τα σταλάγματα, στους τοίχους ιδιαίτερα.

Σήμερα περιμένει… περιμένει τον νοικοκύρη, μέχρι να υποστεί το μοιραίο. Είναι μια σκληρή πραγματικότητα και ας είναι μέσα σε έναν παράδεισο. Και μόνο συγκίνηση, σεβασμό και δέος προκαλεί σε μας που το ζήσαμε…

Scroll to Top