Συλλογική αναφορά του Ιδρύματος Μαραγκοπούλου
Το Ίδρυμα Μαραγκοπούλου, με βάση πρωτόκολλο του 1995 κατέθεσε συλλογική αναφορά ενώπιον της Επιτροπής των Εμπειρογνωμόνων, καταγγέλλοντας ότι η Ελλάδα παραβίασε τα άρθρα 2 παρ. 4, 3 παρ. 1 και 2 και 11 του Χάρτη του Τορίνο. Η συλλογική αναφορά του Ιδρύματος είναι η πρώτη που στρέφεται κατά της Ελλάδος. Σύμφωνα με τις απόψεις του το ελληνικό κράτος δεν προστατεύει το περιβάλλον και δεν περιορίζει τους απτούς κινδύνους που ελλοχεύουν για τους κατοίκους και για τους λιγνιτωρύχους στις περιοχές που γίνεται εξόρυξη λιγνίτη από τη ΔΕΗ
Στο πλαίσιο της εξέτασης της συλλογικής αναφοράς, η Επιτροπή ζήτησε τις απόψεις της ελληνικής κυβέρνησης, η οποία προέβαλε τρεις ενστάσεις. Η πρώτη αφορούσε την ικανότητα του Ιδρύματος να υποβάλλει συλλογική αναφορά, η δεύτερη την έλλειψη ευθύνης του ελληνικού κράτους για πράξεις ή παραλείψεις της ΔΕΗ και η τρίτη την αρμοδιότητα ratione temporis της Επιτροπής. Η Επιτροπή απάντησε σε αυτές, έκανε παραδεκτή τη συλλογική αναφορά και προχωρεί ήδη στη κατ’ ουσίαν εξέταση της υπόθεσης. Ενδιαφέρον παρουσιάζει λοιπόν η συνοπτική παρουσίαση των άρθρων 2 παρ. 4, 3 παρ. 1, 2 και 11.
Το άρθρο 2 παρ. 4 προβλέπει, μεταξύ των άλλων, ότι τα κράτη οφείλουν: «Να εξασφαλίσουν στους εργαζόμενους που απασχολούνται σε ορισμένες επικίνδυνες ή ανθυγιεινές εργασίες είτε μείωση της διάρκειας της εργασίας είτε συμπληρωματική άδεια με αποδοχές». Σύμφωνα με την Επιτροπή η χρήση της λέξης ορισμένες προσδίδει στα συμβαλλόμενα κράτη ένα περιθώριο διακριτικής ευχέρειας, προκειμένου να καθορίσουν τα προστατευτέα επαγγέλματα. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι έχουν τη δυνατότητα να μην συμπεριλάβουν όσα είναι προφανώς επικίνδυνα ή ανθυγιεινά.
Στο άρθρο 3 παρ. 1 και 2 προβλέπεται η έκδοση κανονισμών ασφαλείας και ο καθορισμός μέτρων ελέγχου για την εφαρμογή τους, προκειμένου να επιτευχθούν ασφαλείς και υγιεινές συνθήκες εργασίας. Η Επιτροπή των Εμπειρογνωμόνων] επισημαίνει ότι οι κανονισμοί πρέπει να μην έχουν ουσιώδη κενά και να εφαρμόζονται σε τομείς όπως, η κατασκευαστική βιομηχανία, τα ορυχεία, το εμπόριο και οι μεταφορές. Χαρακτηριστικό επίσης είναι ότι απαιτεί τη συνεχή ανανέωση των κανονισμών εργασίας, προκειμένου να ανταποκρίνονται στις τεχνολογικές εξελίξεις και να προστατεύουν αποτελεσματικά τους εργαζόμενους.
Με το άρθρο 11 προστατεύεται το δικαίωμα της υγείας. Η ευρύτητα στη διατύπωσή του έχει ως αποτέλεσμα να καλύπτει πολλές πτυχές. Χαρακτηριστικό είναι ότι η διάταξη αυτή έχει χρησιμοποιηθεί από την Επιτροπή και σε ζητήματα που άπτονται της προστασίας του περιβάλλοντος, όπως είναι η μόλυνση του αέρα και των υδάτων και η προστασία από την ηχορύπανση.
Το δικαίωμα στο περιβάλλον
Η μη ύπαρξη αυτοτελούς άρθρου για την προστασία του περιβάλλοντος καλύπτεται από τη «νομολογία» της επιτροπής, τουλάχιστον στις περιπτώσεως που η μόλυνση του περιβάλλοντος επιδρά αρνητικά στην υγεία του ανθρώπου. Αξίζει να σημειωθεί ότι και η νομολογία του ΕΔΑΔ με μια σειρά από αποφάσεις του αντιμετωπίζει ευνοϊκά τα περιβαλλοντικά ζητήματα, που αναφύονται κατά την εξέταση των ατομικών προσφυγών.
Η διασταλτική ερμηνεία του άρθρου 11 από την Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων και η πρόσφατη νομολογία του ΕΔΑΔ καταδεικνύουν ότι το δικαίωμα στο περιβάλλον, αν και δεν είναι κατοχυρωμένο ούτε στον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη ούτε στην ΕΣΔΑ, προστατεύεται μέσω άλλων δικαιωμάτων. Ενδεικτική αυτής της τάσης είναι και η άποψη της ισχυρής μειοψηφίας των πέντε δικαστών του ΕΔΑΔ στην υπόθεση Hatton και λοιποί κατά Ηνωμένου Βασιλείου (8 Ιουλίου 2003). Σύμφωνα με τη μειοψηφία «η στενή σχέση μεταξύ της προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων και της επείγουσας ανάγκης για αποκατάσταση του περιβάλλοντος οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η υγεία είναι η πιο βασική ανθρώπινη ανάγκη. Το δικαίωμα στο περιβάλλον κατοχυρώνεται πάντως στο άρθρο 37 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, ο οποίος δεν έχει ακόμα νομική ισχύ. Η κατοχύρωσή του και σε άλλα διεθνή κείμενα καταδεικνύει ότι τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιδιώκουν ένα υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος και προσβλέπουν η Ένωση να αναπτύξει δραστηριότητες προς αυτή τη κατεύθυνση. Επίσης, όπως αποδεικνύεται και από το πρωτόκολλο του Κιότο, το πρόβλημα της μόλυνσης είναι υπερεθνικό. Κατά συνέπεια, καθίσταται αντικείμενο του διεθνούς δικαίου και ιδίως των διεθνών δικαστηρίων».
Συμπέρασμα
Η συμβολή της Επιτροπής των Εμπειρογνωμόνων και του ΕΔΑΔ στην προστασία του περιβάλλοντος σε ευρωπαϊκό επίπεδο αποκτά νέα δυναμική. Το ΕΔΑΔ έχει αποδεχθεί την έμμεση κατοχύρωση του δικαιώματος στο περιβάλλον. ¶λλωστε, όπως έχει επισημάνει, η Σύμβαση είναι ζωντανό κείμενο που πρέπει να ερμηνεύεται μέσα από τις σημερινές συνθήκες. Η Επιτροπή, ακολουθώντας την ίδια στάση, επιδεικνύει ιδιαίτερη ευαισθησία σε περιβαλλοντικά θέματα. Παράλληλα, το δικαίωμα στο περιβάλλον δεν αντιμετωπίζεται πλέον μόνο ως προαπαιτούμενο της προστασίας άλλων θεμελιωδών δικαιωμάτων, αλλά ως αυθύπαρκτο δικαίωμα. Η μη ρητή αναφορά του δεν αποκλείει λοιπόν την προστασία του μέσω της διασταλτικής ερμηνείας άλλων άρθρων της ΕΣΔΑ και του Χάρτη του Τορίνο.
Μαρίνα Μπούζη