μέλος του ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΠΡΑΣΙΝΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ
www.ecogreens.gr email: ecogreen@otenet.gr
Αθήνα: Κολοκοτρώνη 31, 10562, τηλ. 210.3241001, fax 210 3241825
Θεσσαλονίκη: Φιλίππου 51, 54631, τηλ. 2310.222503, fax 2310.421196
10.11.2004
Όχι στην υποκρισία και τη μισαλλοδοξία
Δικαίωμα στον αυτοπροσδιορισμό,
αλληλεγγύη και συνεργασία στα Βαλκάνια
Οι Οικολόγοι Πράσινοι τοποθετούνται με αφορμή τη νέα φάση της αντιπαράθεσης για την ονομασία της F.Y.R.O.Macedonia
Τώρα που πολλοί θα πρέπει να έχουν αντιληφθεί ποιος ήταν ο λόγος της σπουδής των Αμερικάνων να αναγνωρίσουν τη F.Y.R.O.M. ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας» και φαίνεται να επικρατούν πιο ώριμες σκέψεις, καλό είναι να εμβαθύνει ο διάλογος και στη χώρα μας γύρω από τις πιο σοβαρές διαστάσεις του προβλήματος.
Προφανώς και η αναγνώριση των Η.Π.Α. λίγες μέρες μετά τις αμερικάνικες προεδρικές εκλογές, όπου η διεθνής κοινή γνώμη παρακολούθησε παγωμένη την επανεκλογή στη θέση του πλανητάρχη ενός επικίνδυνου ανθρώπου, που υποστηρίζει ανοιχτά και υποστηρίζεται από τα πιο αδίστακτα συμφέροντα, έγινε για ψηφοθηρικούς λόγους. Η πλειονότητα του 1,5 εκατομμυρίου αμερικανών πολιτών ελληνικής καταγωγής, που ψήφισε Μπους θα πρέπει να έχουν τώρα μετανιώσει -έστω για λάθος λόγους- για τα σχεδόν 2 εκατομμύρια δολάρια που συγκέντρωσαν επιφανείς ομογενείς για την εκστρατεία του Μπους.
Με την ηγεμονική ενέργειά τους οι Η.Π.Α. τρεις ημέρες πριν το κρίσιμο δημοψήφισμα, θέλησαν να δείξουν ότι ενδιαφέρονται για τη σταθερότητα στα Βαλκάνια, με την εγγύηση της ενότητας της γειτονικής πολυεθνικής Δημοκρατίας και του απαραβίαστου των συνόρων της, υποστηρίζοντας την κυβέρνηση και ενισχύοντας ταυτόχρονα την επιρροή τους στη γειτονική χώρα, που είχε σπεύσει μάλιστα να συμπαραταχθεί και στην επέμβαση στο Ιράκ. Ταυτόχρονα, παραγκωνίζουν κυνικά τον O.H.E. αλλά και την Ε.Ε., που -σε πιο ήπιους τόνους- κινήθηκε επίσης στην κατεύθυνση του να αποτύχει το δημοψήφισμα.
Τελικά, το δημοψήφισμα όχι μόνο δεν ξεπέρασε το 50% συμμετοχής ώστε να θεωρηθεί έγκυρο αλλά κατέδειξε και τη συρρίκνωση των εθνικιστικών δυνάμεων («Παγκόσμιο Μακεδονικό Κογκρέσο» και VMRO-DPMNE), που παρά την έντονη κινητοποίησή τους, δεν ξεπέρασαν το 26,24%. Αν το δημοψήφισμα ήταν έγκυρο και το αποτέλεσμά του ήταν «όχι» στο νέο νόμο για την τοπική αυτοδιοίκηση, που ψήφισε η Βουλή τον περασμένο Αύγουστο, τότε θα ίσχυε αυτός του 1996. Αυτό θα είχε διαλυτικές επιπτώσεις για τη γειτονική Δημοκρατία, με αλυσιδωτές αντιδράσεις στο Κοσσυφοπέδιο και την Αλβανία, αφού θα ακύρωνε τη Συμφωνία-Πλαίσιο της Οχρίδας μεταξύ των εθνικά Μακεδόνων και των αλβανών της F.Y.R.O.Macedonia, που επιτεύχθηκε μετά την κατάπαυση του πυρός το 2001, ώστε σε μεγάλες πόλεις οι αλβανοί (25-30% του πληθυσμού) να έχουν δικαίωμα αναλογικής συμμετοχής. Με το νέο αυτοδιοικητικό χάρτη της χώρας, μειώνονται οι δήμοι της χώρας από 123 σε 84 και ο αλβανικός πληθυσμός θα είναι πλειοψηφία σε 16 από αυτούς ενώ όπου ξεπερνάει το 20%, όπως στα Σκόπια, θα καθιερωθεί η αλβανική ως δεύτερη επίσημη γλώσσα.
Το γεγονός ότι το δημοψήφισμα μποϋκοτάρισαν και η συγκυβερνώσα Σοσιαλδημοκρατική Ένωση (SDSM) αλλά και τα αλβανικά κόμματα της χώρας, όφειλε να προβληματίσει όλα τα ελληνικά πολιτικά κόμματα και αντί να καταγγέλλουν συνωμοσίες ή να υπερασπίζονται την άγονη 11ετή διαδικασία των συζητήσεων στον Ο.Η.Ε. για την ονομασία της γειτονικής χώρας, θα έπρεπε να στηρίξουν την ενότητά της και την ειρήνη στην περιοχή, αποκλείοντας την πιθανότητα υλοποίησης της «μεγάλης Αλβανίας», ιδιαίτερα με την προοπτική αυτονόμησης του Κοσόβου.
Αλλά το ερώτημα είναι αν όντως επιθυμούν όλοι την ύπαρξη του γειτονικού κράτους και δεν επιθυμούν τη διανομή του, όπως είχε προτείνει ο Μιλόσεβιτς στην κυβέρνηση Μητσοτάκη, ιδέα που φλερτάριζαν και κάποιες δυνάμεις σε Βουλγαρία και Αλβανία. Έχει όμως η Ελλάδα κάποιο συμφέρον από την αναταραχή ή γίνεται μέρος του προβλήματος;
Αυτό το φόβο ενίσχυε και το σύνθημα "η Μακεδονία είναι ελληνική", που έκανε την προηγούμενη δεκαετία το γύρο του κόσμου και μας εξέθεσε διεθνώς, γιατί οι ξένοι το αντιλήφθηκαν ως ελληνικό μικροϊμπεριαλισμό εναντίον μιας πολύ μικρότερης χώρας. Όταν μάλιστα, «διανθιζόταν» και με κραυγές από βουλευτικά ή από εκκλησιαστικά χείλη για "γυφτοσκοπιανούς εγκληματίες", από τους οποίους έπρεπε να προστατευτούμε με εισβολή ή και κατοχή μιας ζώνης εδάφους -κατά το πρότυπο του Ισραήλ- τότε μας θεωρούσαν σίγουρα επικίνδυνους.
Ήταν η εποχή που τα θεωρούμενα ως ύψιστα εθνικά μας ζητήματα τα είχαμε αναθέσει οι ίδιοι στην κρίση τρίτων (πρώτα της Ε.Ο.Κ. και μετά του Ο.Η.Ε.), επειδή θεωρήσαμε μειωτικό να επικοινωνήσουμε για τα θέματα αυτά απευθείας με τους άλλους άμεσα ενδιαφερόμενους. Ξεκινώντας σταυροφορίες προς τη διεθνή κοινή γνώμη, καταφέραμε να μας βλέπουν περίπου σαν θύματα ομαδικής υστερίας. Η διαμεσολάβηση του Ο.Η.Ε. μας έθεσε ουσιαστικά στην ίδια μοίρα με τις εμπόλεμες πλευρές της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Οι θετικές δυνατότητες του 1989-90, όταν όλες οι βαλκανικές χώρες έβλεπαν την Ελλάδα ως γέφυρα για την επανασύνδεσή τους με τον υπόλοιπο κόσμο, για καιρό είχαν σχεδόν εξανεμιστεί.
Προφανώς και υπάρχουν ευθύνες στις ηγεσίες Ν.Δ. ΠΑ.ΣΟ.Κ. και ΣΥΝ, που συμμετείχαν ενεργά στα καθοδηγούμενα συλλαλητήρια του 1992 και στήριζαν ή ανέχονταν τα εμπάργκο. Ευτυχώς όμως αντελήφθησαν έστω και αργά ότι θα ήταν εγκληματικό να επιστρέψουμε στα χρόνια της απομόνωσης και της πατριδοκαπηλείας.
¶λλωστε, οι ελληνικές απαιτήσεις για διαγραφή από το Σύνταγμα της γείτονος των αλυτρωτικών αναφορών έχουν ικανοποιηθεί από το 1995 με τη «ενδιάμεση συμφωνία» της Νέας Υόρκης μεταξύ Αθήνας και Σκοπίων, ο «ήλιος της Bεργίνας» έφυγε από την επίσημη σημαία ενώ από το 2001 τέθηκε σε ισχύ το νέο Σύνταγμα της χώρας, το οποίο διευρύνει τα δικαιώματα των μειονοτήτων και κύρια της αλβανικής. Επιπλέον, μια σειρά από επιχειρήσεις ελληνικών συμφερόντων έχουν ανοιχτεί σε μεγάλες επενδύσεις και συναλλαγές με τη γειτονική χώρα.
Οι εξελίξεις, η συνειδητοποίηση των αδιεξόδων αλλά και η διάθεση σύμπλευσης με τις επιλογές των «συμμάχων» είναι που επέβαλλαν τη σύσταση για ψυχραιμία και αποφυγή των συλλαλητηρίων. Και παρόλο που ο πρωθυπουργός της ΝΔ έσπευσε να δηλώσει ότι θα εμποδίσει με βέτο την είσοδο της «Δημοκρατίας της Μακεδονίας» στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, γνωρίζει ότι δεν θα μπορέσει να εκπληρώσει την απειλή αυτή ή δεν θα έχει νόημα όταν θα συζητηθεί το θέμα σε μερικά χρόνια.
Το ΠΑΣΟΚ, βεβαίως, κομπορρημονεί αποφεύγοντας όμως να υποστηρίξει ένα πιθανό βέτο ενώ η αριστερά αρκείται σε αντιιμπεριαλιστικές κοινοτοπίες και εύκολους αντιαμερικανισμούς, χωρίς να μπαίνει στην ουσία.
Είναι φανερό ότι η συναισθηματική φόρτιση για το όνομα της Μακεδονίας, μας είχε κάνει να ξεχνάμε ότι κάθε κοινωνία διαλέγει η ίδια το όνομα που θέλει και ότι το δικαίωμα αυτό ισχύει ανεξάρτητα από την αυστηρή ιστορική και εθνολογική πραγματικότητα. Ζήτημα υπάρχει αν δύο διαφορετικές κοινωνίες συμβεί να αυτοπροσδιορίζονται με το ίδιο όνομα, αν και για τους Έλληνες υπάρχει άλλη βασική ταυτότητα: κάθε πλευρά θα μπορούσε να εξειδικεύσει τότε ελαφρά το δικό της αυτοπροσδιορισμό, λαμβάνοντας υπόψη τον αντίστοιχο αυτοπροσδιορισμό των άλλων. Αυτή ήταν και η λογική της λύσης Πινέιρο, που όμως απορρίφθηκε εν μέσω ελληνικής πλειοδοσίας σε λαϊκισμό και εθνικισμό. Τώρα ξέρουμε ότι την απλή αυτή υπόθεση, μόνο ο εθνικισμός θα μπορούσε να τη μετατρέψει σε ανοιχτή πληγή, με κάθε πλευρά να προβάλει αξιώσεις για προτεραιότητα ή και μονοπώληση σε ένα όνομα που από τα πράγματα δεν μπορεί να αποτελέσει μονοπώλιο κανενός. Μόνο που ένας γεωγραφικός προσδιορισμός (¶νω, Βόρεια κτλ) ενισχύει τα χαρακτηριστικά της ονομασίας που προβληματίζουν, γιατί προϋποθέτει την ύπαρξη ενός άλλου, αλύτρωτου τμήματος.
Σύνθετη ονομασία άλλωστε είναι και η τωρινή F.Y.R.O.Macedonia, που απλώς οι άλλες χώρες της αφαιρούν τις δυο πρώτες λέξεις. Και βέβαια, η αρχή του αυτοπροσδιορισμού δεσμεύει ήδη τη χώρα μας, μέσω των συμφωνιών του Ο.Α.Σ.Ε. (πρώην Δ.Α.Σ.Ε.) και όσο θα επιμένουν κάποιοι να την αρνούνται, τόσο θα συντηρούνται μύθοι για μειονότητες πολλών εκατοντάδων χιλιάδων. Επίσης, αυτονόητο είναι ότι το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού συμβαδίζει με την ελευθερία κάθε συμπολίτη μας να αναπτύσσει τις ιδιαίτερες πλευρές της ταυτότητάς του. Μια ειδικότερη πλευρά αποτελούν οι εκκρεμότητες των πολιτικών προσφύγων του 1946-49, που πρέπει να αντιμετωπίζονται χωρίς διακρίσεις εθνικής συνείδησης, ιδιαίτερα αναφορικά με το δικαίωμα εισόδου στη χώρα μας.
Πάντως, αν στόχος της ελληνικής πλευράς ήταν να προστατέψει το δικαίωμα των Ελλήνων της Μακεδονίας να αυτοπροσδιορίζονται ως Μακεδόνες- ή έστω, να αποτρέψει τη χρήση του ονόματος ως εργαλείο αλυτρωτισμού- μπορούσε με μεγάλες πιθανότητες επιτυχίας να είχε συνεννοηθεί με την ηγεσία της γειτονικής χώρας, έγκαιρα και διακριτικά, για την υιοθέτηση μιας συμβιβαστικής ονομασίας, που θα έσωζε την αξιοπρέπεια και των δύο πλευρών. Ίσως όμως τώρα πια αυτή η προοπτική, που συζητιέται με καθυστέρηση 12ετίας, να είναι εφικτή μόνο στις σχέσεις μεταξύ των δύο πλευρών, αφού δεκάδες χώρες την έχουν ήδη αναγνωρίσει με το συνταγματικό της όνομα. Ήδη, τα τρία από τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας έχουν αναγνωρίσει τη χώρα ενώ ακόμη και στην Ε.Ε. τα περιθώρια έχουν γίνει ασφυκτικά. Μόλις την περασμένη Πέμπτη υπήρξε ψήφισμα του γερμανικού Κοινοβουλίου περί αποδοχής της συνταγματικής ονομασίας της χώρας, δηλαδή ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας».
Κανείς δεν πείθεται ότι μια χώρα δύο εκατομμυρίων, με ελάχιστο στρατό, αποτελεί κίνδυνο για την Ελλάδα, που είναι η μεγαλύτερη στρατιωτική μηχανή στη περιοχή. Ακόμη και η συμμετοχή της στις δυνάμεις κατοχής στο Ιράκ έγινε για συμβολικούς λόγους υποστήριξης της πολιτικής των Η.Π.Α. και αφορά 52 άτομα. ¶λλωστε, η πλήρης αποστρατικοποίηση της γειτονικής χώρας είναι μια ελκυστική προοπτική για τους πράσινους και προοδευτικούς κύκλους. Ήδη η συνοριακή αστυνομία, αντικαθιστώντας το στρατό, ανέλαβε πριν από δύο μήνες τον έλεγχο των συνόρων της χώρας με την Ελλάδα και το ίδιο έγινε πριν λίγες μέρες και με τη Βουλγαρία, για να ολοκληρωθεί παντού μέσα στο 2005.
Ο πραγματικός κίνδυνος για την Ελλάδα, δημιουργήθηκε με τις επιλογές εκείνων που έσπευσαν να διακυβεύσουν την αξιοπρέπεια της χώρας μας, αναδεικνύοντας το όνομα των γειτόνων σε ύψιστο εθνικό μας θέμα και καλλιεργώντας στην κοινή γνώμη την αντίληψη ότι ο μόνος τρόπος για να αποφύγουμε την ταπείνωση είναι να ταπεινωθούν οι γείτονές μας.
Όμως ποτέ η επικράτηση της απλής λογικής δεν μπορεί να θεωρηθεί ως εθνική ήττα: αν κάποιοι πρέπει να θεωρηθούν ηττημένοι, είναι αυτοί που εκμεταλλεύθηκαν μεθοδικά τις ευαισθησίες και τις αδυναμίες της κοινωνίας μας και έκοψαν τις γέφυρες της συνεννόησης, συχνά μάλιστα προκειμένου να κερδίσουν πόντους στο παιχνίδι της εξουσίας, να διευρύνουν την επιρροή των ΜΜΕ που ελέγχουν ή να προωθήσουν ιδιοτελή οικονομικά συμφέροντα.
Τώρα που φαίνεται σε τι αδιέξοδα οδηγείται μια χώρα όταν η εξωτερική της πολιτική μετατρέπεται σε πλειοδοτικό διαγωνισμό, είναι η ώρα να ζητηθούν ευθύνες από όλους εκείνους που σπατάλησαν όλες τις ευκαιρίες. Και μάλλον δεν είναι τυχαίο ότι -κατά βάση- πρόκειται για τους ίδιους ανθρώπους που, πρωτοστατώντας στην οικολογική κρίση, καταστρέφουν καθημερινά τη χώρα για την οποία κόπτονται.
Οι Οικολόγοι Πράσινοι αγωνίζονται για έναν κόσμο με σταθερά αλλά ανοικτά σύνορα, πολυμερή συνεργασία, αποκεντρωμένη οικονομία με κέντρο την τοπική και περιφερειακή κλίμακα, πολυπολιτισμικές κοινωνίες με ισχυρούς δεσμούς αλληλεγγύης, ισχυρή προστασία των κοινωνικών δικαιωμάτων και του περιβάλλοντος.
Αντί να τρώμε τις σάρκες μας με τον εθνικισμό και την ισοπέδωση των ιδιαιτεροτήτων, μπορούμε να αναζητήσουμε σε εποικοδομητικότερες κατευθύνσεις την ποθούμενη αξιοπρέπεια: στη διαμόρφωση μιας βιώσιμης οικονομίας, στην οικοδόμηση μιας κοινωνίας ανοιχτής και αλληλέγγυας, αποκεντρωμένης και πολύμορφης, στην προώθηση της μη βίας και της συνεργασίας και στην ανάληψη ενός εποικοδομητικού ρόλου της χώρας μας στην ιδιαίτερη βαλκανική προοπτική, στα πλαίσια της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Οι Πράσινοι των Βαλκανίων ήδη από το 1991 στην Οχρίδα έδειξαν το δρόμο, ζητώντας την πλήρη αποστρατικοποίηση των Βαλκανίων, την επίλυση των διαφορών χωρίς χρήση βίας, την κατοχύρωση της εναλλακτικής κοινωνικής θητείας, το να κλείσουν όλοι οι πυρηνικοί αντιδραστήρες, να γίνουν σεβαστά τα δικαιώματα των μειονοτήτων, όπως και το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού σε ατομικό και εθνικό επίπεδο.
Αν ο εθνικισμός μας κράτησε ως τώρα κλεισμένους στα χαρακώματα της ανασφάλειας και της μισαλλοδοξίας, είναι καιρός να ξαναβγούμε στο φως και να αποκαταστήσουμε την επαφή μας με την πραγματικότητα. Να εξασφαλίσουμε σταθερότητα στα Βαλκάνια χωρίς επεμβάσεις των μεγάλων δυνάμεων αλλά μέσα από την καλλιέργεια φιλικών και αλληλέγγυων σχέσεων μεταξύ των λαών της περιοχής.