ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ – ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ
Φιλίππου 51, 54631 Θεσσαλονίκη
τηλ. 2310.222503/409770, fax 2310.421196
e-mail: ecology-trem@nath.gr
www.ecology-salonika.org
ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΕΛΛΟΝ ΓΙΑ ΤΗ ΛΙΜΝΗ ΚΟΡΩΝΕΙΑ;
Χρόνια πριν από τον πρώτο μαζικό θάνατο ψαριών το 1995, είχαμε κάνει κριτική στο καταστροφικό αναπτυξιακό μοντέλο, που τελικά εξόντωσε τη λίμνη Κορώνεια. Παρόλο που η κριτική μας και οι προτάσεις μας αντιμετωπίστηκαν αρχικά ως μη ρεαλιστικές, η Νομαρχία Θεσσαλονίκης τελικά αναγκάστηκε να υιοθετήσει αρκετές από τις απόψεις μας και να αναθεωρήσει το Master Plan, απορρίπτοντας την προηγούμενη βασική επιλογή για μεταφορά νερού από τον Αλιάκμονα, και τροποποιώντας άλλες, όπως η άντληση μεγάλων ποσοτήτων νερού από το βαθύ υδροφορέα, ή η εκτροπή χειμάρρων κ.α.
Το νέο σχέδιο, που έγινε με την ευθύνη της διοίκησης Ψωμιάδη, είπαμε έγκαιρα ότι εξακολουθεί να αντιμετωπίζει ένα ουσιαστικό πρόβλημα με τεχνικά έργα, μετατρέποντας τη λίμνη σε ένα λιμνοειδές οικοσύστημα. Αποδεικνύεται ότι ούτε αυτό προχωρεί και η λίμνη οδηγείται σε νέα καταστροφή, αντίστοιχη με αυτή του 2004.
«Γνωρίζουμε ότι η κυβέρνηση και η ηγεσία του ΥΠΕΧΩΔΕ έχουν εγκαταλείψει το περιβάλλον και τη διαχείριση των ευαίσθητων οικοσυστημάτων, όπως αυτό της Κορώνειας, στην τύχη τους», δηλώνει ο νομαρχιακός σύμβουλος Μιχάλης Τρεμόπουλος. «Όμως και η διοίκηση Ψωμιάδη της Νομαρχίας θα πρέπει να εγκαταλείψει την ολιγωρία και τη συνταύτιση με μικρά και μεγάλα συμφέροντα, που συνεχίζουν να οδηγούν τη λίμνη σε οριστικό θάνατο. Είναι χαρακτηριστικό της αντίληψής της ότι ακόμη και τη σημερινή επικοινωνιακή σύσκεψη φορέων για τη λίμνη την καλεί μετά την αποκάλυψη επιστημόνων για την εμφάνιση του καταστροφικού κυανοβακτηρίδιου και χωρίς να καλέσει τις οικολογικές οργανώσεις αλλά μόνο τους κυνηγούς», καταλήγει.
Εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις για την Κορώνεια. Ουσιαστική λύση θα ήταν η αλλαγή του γεωργικού μοντέλου της υδροβόρας και χημικοσυντηρούμενης γεωργίας και βέβαια το σταμάτημα της ρύπανσης από βιομηχανικά απόβλητα, αστικά λύματα και γεωργικά απόβλητα. Γι’ αυτό και συνεχίζουμε την κριτική μας:
-Τα αναγκαία αγροπεριβαλλοντικά μέτρα λαμβάνονται υπόψη, είναι όμως σε εθελοντική βάση.
-Κεντρική θέση κατέχει το έργο δημιουργίας και διαμόρφωσης προ-υγροτόπου και βαθέων ενδιαιτημάτων (που περιλαμβάνουν έργα εκσκαφών και εκβάθυνσης του 20% της έκτασης του πυθμένα της λίμνης, με ταυτόχρονη δημιουργία χαμηλού – 0,5 μ. – αναχώματος περιμετρικά της λίμνης). Πρόκειται για έργο που αναμένεται να μειώσει το βαθμό εξάτμισης της λίμνης κι έτσι να διατηρήσει αρκετή ποσότητα νερού. Μπορεί όμως να επηρεάσει τη διαπερατότητα του πυθμένα ή την επαναδιάλυση βαρέων μετάλλων στη στήλη νερού. Επιπλέον, μπορεί να επηρεάσει την οριοθέτηση της λίμνης και οι αποκαλυπτόμενες εκτάσεις είτε να καταληφθούν είτε να μετατραπούν σε χωματερές.
-Δεν λαμβάνονται άλλα μέτρα διαχείρισης και ανόρθωσης οικοσυστημάτων (π.χ. διαχείριση καλαμώνα, εξέταση αναγκαιότητας επανεισαγωγής βενθοφυτικής βλάστησης και επαναδημιουργίας του συγκεκριμένου τύπου οικοτόπου, έλεγχος βόσκησης σε υγροτοπικά οικοσυστήματα και χρήση του ως διαχειριστικό εργαλείο, αποκατάσταση παρόχθιας βλάστησης χειμάρρων, επιδεικτική ανασύσταση υγρόφιλου δάσους π.χ. στις εκβολές του Μπογδάνα ή άλλου ενεργού χειμάρρου, κ.ο.κ.).
-Ιδιαίτερα για τα «μέτρα ορεινής υδρονομίας» αλλά και για τη «βελτίωση των υδραυλικών χαρακτηριστικών και διαχείριση χειμάρρων Σχολαρίου – Λαγκαδικίων και ενωτικής τάφρου», διακρίνεται μια παρωχημένη διαχειριστική φιλοσοφία αντιμετώπισης των χειμάρρων ως διαύλων διοχέτευσης νερού και όχι ως ζωντανών οικοσυστημάτων με χαρακτηριστική βλάστηση και ιδιαίτερους τύπους οικοτόπων. Εκτός αυτού, οι μηχανικές παρεμβάσεις που στους μικρούς κλάδους των χειμάρρων μάλλον είναι ήπιες (μικρά φράγματα, σταθεροποίηση κοίτης), στα κατάντη των μεγάλων χειμάρρων, όπου και οι διατομές είναι μεγαλύτερες, γίνονται προβληματικές και έρχονται σε αντίθεση με άλλα σημεία του σχεδίου, όπου προτείνονται μαιανδρισμοί της κοίτης και δημιουργία λεκανών εκτόνωσης πλημμυρών.
-Τα μέτρα ορεινής υδρονομίας φτάνουν στο σημείο να περιλάβουν και πρόταση για «ενρητίνωση πλατυφύλλων στα μεγαλύτερα υψόμετρα (>500 μ.)» (δηλαδή φύτευση κωνοφόρων δέντρων σε δάση πλατυφύλλων), κάτι που θεωρείται από πολλούς επιστήμονες πράξη οικολογικής αλλοίωσης παρά ανόρθωσης.
-Υπάρχουν επιφυλάξεις για τη «βελτίωση των υδραυλικών χαρακτηριστικών και διαχείριση χειμάρρων Σχολαρίου – Λαγκαδικίων και ενωτικής τάφρου». Πως θα μεταφέρεται νερό από τους συγκεκριμένους χειμάρρους στην Κορώνεια; Θα γίνουν έργα μετατόπισης ή δημιουργίας εναλλακτικής κοίτης; Τα 4Mm3/έτος τι ποσοστό αποτελούν ως προς το σύνολο της παροχής αυτών των χειμάρρων; Η ταπείνωση κατά 1 μ. της ενωτικής τάφρου στα ανάντη (στην επαφή της με την Κορώνεια), αποτελεί παρακινδυνευμένη και όχι εύκολα αντιστρεπτή παρέμβαση, που καταδικάζει το συνολικό οικοσύστημα να μην μπορεί να συγκρατήσει νερό υψομετρικής διαφοράς ενός μέτρου. Τέτοια παρέμβαση δεν μπορεί να χαρακτηριστεί αειφορική, όσο και επιθυμητή να είναι η αποκατάσταση της επιφανειακής υδραυλικής επαφής της Κορώνειας με τη Βόλβη. Επίσης, μια τέτοια ενέργεια προϋποθέτει την πλήρη εξασφάλιση της μη μεταφοράς ρύπων από το ένα σύστημα στο άλλο και αν υιοθετηθεί θα πρέπει να περιλάβει αυστηρό σύστημα ποιοτικού ελέγχου των νερών που υπερχειλίζουν. Ποιος όμως θα είναι ο μηχανισμός παρακολούθησης; Η ανεπαρκής Υπηρεσία περιβάλλοντος της Νομαρχίας;
-Το ανάχωμα 0,5 μέτρου δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως το «όριο» και η «μόνιμη» ακτή της λίμνης. Θα πρέπει να είναι σαφές ότι η Κορώνεια ως αβαθής λίμνη αποτελεί ένα πολύ δυναμικό και ευμετάβλητο οικοσύστημα και ως τέτοιο θα πρέπει να διαχειρισθεί. Είναι δυνατό λοιπόν, σε έτη ιδιαίτερα μεγάλης βροχόπτωσης (ή σε περιόδους με έντονους ανέμους και κυματισμό), το ανάχωμα να υπερκαλύπτεται από το νερό της λίμνης, γεγονός που δεν θα πρέπει να αποτραπεί με την ταπείνωση του πυθμένα της ενωτικής τάφρου. Επίσης, τα βυθοκορήματα που θα αποτεθούν για να δημιουργηθεί το ανάχωμα μπορεί να παρασυρθούν από το νερό ή τον άνεμο.
-Για τη λειτουργία κοινού αρδευτικού δικτύου για τους καλλιεργητές της περιοχής την οποία διέρχεται ο χείμαρρος Μπογδάνας, προβλέπεται να γίνει περιορισμένη εκμετάλλευση του βαθέως υδροφόρου ορίζοντα. Θα πρέπει να διευκρινισθεί αν η ποσότητα προς χρήση θεωρείται αμελητέα και ανανεώσιμη, γιατί στην αντίθετη περίπτωση, η απόληψη έστω και μικρής ποσότητας νερού θα μπορούσε να θεωρηθεί μη αειφορική.
-Δεν ξεκαθαρίζεται ποια θα είναι η σχέση μεταξύ της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Θεσσαλονίκης, του Φορέα Διαχείρισης Λιμνών Κορώνειας – Βόλβης (που ακόμη υπολειτουργεί) και των Περιβαλλοντικών Οργανώσεων. Η δημιουργία ομάδων εθελοντών θα πρέπει να συγκεκριμενοποιηθεί ως προς τους στόχους, τα μέσα και τους τρόπους συνεργασίας.
-Ενώ στο προηγούμενο Σχέδιο υπήρχε πρόγραμμα ενθάρρυνσης του οικοτουρισμού, το αναθεωρημένο Σχέδιο δεν περιλαμβάνει τίποτε σχετικό. Σε μια περίοδο όπου ήδη έχουν αναληφθεί πρωτοβουλίες (παραγωγή οικοτουριστικού υλικού από ΥΠΕΧΩΔΕ και Υπουργείο Τουρισμού) και αναπτύσσονται αξιόλογες συνοδευτικές πρωτοβουλίες αγροτουριστικού χαρακτήρα (LEADER+), θα έδινε σημαντική θετική ώθηση και θα δημιουργούσε νέες θέσεις εργασίας μια πρωτοβουλία της Νομαρχίας να συντονίσει τις τρέχουσες δράσεις, με τη λειτουργία του Φορέα Διαχείρισης και του Κέντρου Πληροφόρησης και με την εμπειρία των Περιβαλλοντικών Οργανώσεων. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να περιλάβει και μια ανάγκη επίδειξης των μελλοντικών παρεμβάσεων αποκατάστασης της λίμνης.
-Δεν δίνεται έμφαση στην ενθάρρυνση των οικολογικών/βιολογικών καλλιεργειών, που θα μπορούσαν να συμβάλλουν στο πληττόμενο εισόδημα των αγροτών της περιοχής, ιδιαίτερα αν γινόταν δεκτή η πρόταση ίδρυσης στην επαρχία Λαγκαδά ενός πρότυπου Κέντρου Βιολογικών Εφαρμογών, που καταθέσαμε εδώ και χρόνια και στο Νομαρχιακό Συμβούλιο αλλά και σε όλους τους περιφερειάρχες Κ. Μακεδονίας, προκειμένου να χρηματοδοτηθεί από το Γ’ Κ.Π.Σ.
Συμπερασματικά, υπάρχουν διαφωνίες σε ζητήματα ορεινής υδρονομίας, ταπείνωσης του πυθμένα της ενωτικής τάφρου και πιθανών εκτροπών, ευθυγραμμίσεων ή τσιμεντοποίησης της κοίτης των χειμάρρων Λαγκαδικίων και Σχολαρίου –ιδιαίτερα εντός της ζώνης Α του υγροτόπου. Παράλληλα, δεν υπάρχουν προβλέψεις αποκατάστασης της παρόχθιας βλάστησης των χειμάρρων, διαχειριστικών προτάσεων για άλλους τύπους οικοτόπων, προώθησης του οικοτουρισμού και διευκρίνισης των σχέσεων με το Φορέα Διαχείρισης και τις Περιβαλλοντικές Οργανώσεις.
Η σημερινή διοίκηση της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης αντιμετωπίζει τη λίμνη Κορώνεια κυρίως με επικοινωνιακό τρόπο ενώ η ρύπανση συνεχίζεται. Έχουμε αποδείξει ότι οι εναπομείνασες βιομηχανίες της περιοχής, με παράπλευρο αγωγό (by pass), που παρακάμπτει τις εγκαταστάσεις βιολογικού καθαρισμού των αποβλήτων, εξακολουθούν να διοχετεύουν ανεπεξέργαστα τα απόβλητά τους στη λίμνη ή, ακόμη, και να ρίχνουν –μέσω παλιών γεωτρήσεων- τα απόβλητά τους στο βαθύ υδροφόρο και, έτσι, ξεφεύγουν εύκολα από τον επιφανειακό έλεγχο της Νομαρχίας και γλιτώνουν τα μεγάλα κονδύλια που είναι απαραίτητα για τη λειτουργία του βιολογικού καθαρισμού τους.
Οι υπηρεσίες και οι πολιτικοί διαχειριστές της Νομαρχίας ουσιαστικά παρακολουθούν αδρανείς το φαινόμενο της ρύπανσης. Όσοι θέλουν να εξαντλούν το ενδιαφέρον τους σε επιφανειακές δράσεις και να εγκαταλείπουν τη λίμνη στο έλεος των κάθε είδους ρυπαντών, προφανώς και θα πρέπει να απολογηθούν γιατί δεν εφαρμόζεται η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, που πέτυχαν η Οικολογική Κίνηση Θεσσαλονίκης, οι «Νομικοί Περιβάλλοντος» και ο Σύλλογος Προστασίας Περιβάλλοντος Λαγκαδά (εκδίκαση 26-3-2003 στο Ε’ Τμήμα), η οποία διέταξε ελέγχους και κλείσιμο των βιομηχανιών της περιοχής που ευθύνονται για την οικολογική καταστροφή της λίμνης.
Η διοίκηση της νομαρχίας οφείλει να εφαρμόσει τις τρέχουσες επιστημονικές προτάσεις, να ελέγχει ουσιαστικά τις βιομηχανίες, να εξασφαλίσει το βιολογικό καθαρισμό των λυμάτων όλων των παραλίμνιων οικισμών, να σταματήσει το όργιο των γεωτρήσεων, που βαφτίζονται παλιές και νόμιμες, να προχωρήσει στην αναδιάρθρωση των καλλιεργειών και να εντείνει την αστυνόμευση για την παράνομη αλιεία και την κατάληψη των εκτάσεων της λίμνης που αποκαλύφθηκαν από την υποχώρηση των νερών.
Δεν αρκεί απλά η αντιμετώπιση των συμπτωμάτων της κρίσης αλλά η ουσιαστική αντιμετώπιση των προβλημάτων. Με τα δεδομένα αυτά, η καταδίκη της Ελλάδας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο φαίνεται ορατή.