Αγραφα: μια οροσειρά, μια περιοχή κι ένα χωριό. Μια ιστορία, μια γεωγραφία, ένα ανάγλυφο, η «άγραφη» ιστορία της Ελλάδας. Αγώνες για ανεξαρτησία, στην τουρκοκρατία, μια από τις αδούλωτες περιοχές της Ελλάδας, Κατσαντώνης, Καραϊσκάκης, οπλαρχηγοί και κλεφτουριά, Εθνική Αντίσταση και Εμφύλιος Πόλεμος, Αρης Βελουχιώτης και καπετάν Γιώτης….όλοι από δω περάσανε.
Αγώνες και για την επιβίωση στα κακοτράχαλα βουνά, βοσκοτόπια και νομάδες, χωριά και καλύβες, εξοχίτες και λογγιές, καρέλια και γεφύρια, ξύλινα και πέτρινα τοξωτά γεφύρια, απόκρημνα βράχια και βαθιές χαράδρες, νερά, πηγές, ο Αγραφιώτης, το Ασπρόρεμα. Κορυφές δύσκολες, πουρναρότοποι, αλλά και καρυδιές, καστανιές, κερασιές, κορομηλιές.
Αλεπούδες, λύκοι, αρκούδες, φίδια, αστρίτες, οχιές, δεντρογαλιές στα βράχια δυο – δυο, μπακακάκια και μπράσκες, κωλοφωτιές κι όλων των ειδών τα ζουζούνια. Αετοί, όρνια και κόρακες, γκζάνες, κοτσύφια και αηδόνια, πολλά αηδόνια, μέσα στα πυκνά φυλλώματα Ζωή πλούσια, καθαρή, ξένοιαστη, ήρεμη και ήμερη, Τις πυγολαμπίδες (κωλοφωτιές) τις συναντάει κανείς λένε μόνο εκεί που δεν υπάρχει ίχνος ρύπανσης, μόνο στα καθαρά μέρη. Έ, εδώ είχε μιλιούνια… άναψε ο τόπος, καθαριότητα
Νόστιμα παραδοσιακά φαγητά, νόστιμα ντόπια κρέατα και τυριά. ¶νθρωποι φιλόξενοι, υπομονετικοί, σκληροτράχηλοι, μάτι αστραφτερό, γλεντζέδες και «έξω καρδιά». Λίγοι το χειμώνα, περισσότεροι το καλοκαίρι, που έρχονται, άλλοι απ’ τα χειμαδιά κι άλλοι να ξεκαλοκαιριάσουν στον άγιο αυτό τόπο, που μεγάλωσαν, που στέριωσαν τα όνειρά τους. Σπίτια πέτρινα, όμορφα, απλά, σχολεία, εκκλησιές, χωματόδρομοι παντού, με πολλή πέτρα, ο μόνος δήμος της χώρας χωρίς ένα χιλιόμετρο άσφαλτο.
Η ομάδα του e-ecology μικρή και ευέλικτη, Σταματόπουλος, Σταμέλλος, Μερτζάνη, Δημόπουλος, Πετρόπουλος, Συκιώτη, Ζωγράφου και Μίνα (σύνολο 8). Την άλλη φορά σίγουρα περισσότεροι για τα Αγραφα. Όποιος δεν έρθει, χάνει
Από το Καρπενήσι, Κερασοχώρι, Κρέντη, αφήνουμε την άσφαλτο και συνεχίζουμε στο πλάι του Αγραφιώτη, πανέμορφο τοπίο, άγριο και η φαρδιά κοίτη του ποταμού, με άσπρη άμμο. Σταματήσαμε στη Βαρβαριάδα, στο Χάνι του Κοντογούνη, για λουκούμι και τσίπουρο, εκεί και ο κ Αυγέρης να μας εξηγήσει για την περιοχή. Συνεχίζουμε, ο δρόμος δυσκολεύει διαρκώς, φθάνουμε στη διασταύρωση και παίρνουμε δεξιά το δρόμο για τα Αγραφα, αφήνοντας τον Αγραφιώτη και το δρόμο για Επινιανά, Βραγγιανά, Τροβάτο.
Μπαίνουμε στο στενό φαράγγι, τα βράχια πάνω από το κεφάλι μας, ευτυχώς που δεν περνάνε τα γίδια να μας στείλουν τις κοτρόνες. Περνάμε το Νερόμυλο, ένα όμορφο τοπίο, με πέτρα και μεράκι, η ανακαίνιση έγινε πρόσφατα με κάποιο LEADER φαίνεται, καλά κάνανε, αυτά θέλει ο τόπος. Στεκόμαστε και φωτογραφιζόμαστε στο τοξωτό γεφύρι, λίγο παραπάνω από το Νερόμυλο, όμορφα μέσα στα καταπράσινα πλατάνια
Φθάνουμε ανηφορίζοντας στο χωριό, να τα πρώτα σπίτια, αραιοκατοικημένο χωριό, να η πλατεία με τα εφτά πλατάνια, το σχολείο, τα μαγαζιά, τα καφενεία, η ταβέρνα της κυρά Νίκης της «καπάτσας» (για τους Αθηναίους, όχι για μας), να οι μικροί ξενώνες, η εκκλησία με τον τάφο του παπά. Στήνουμε τις σκηνές απέναντι, κοντά στο βράχο με την εκκλησία, μπαλκόνι κι αγνάντιο για το φαράγγι. Όμορφο μέρος διαλέξαμε. Κατά τύχη ίσως.
Μια μικρή ομάδα από μας, αποφάσισε να πάμε στα Επινιανά με τρεις ώρες μέρα. Οι τρεις μας κατεβήκαμε γρήγορα τον αυτοκινητόδρομο, στη διασταύρωση φύγαμε δεξιά προς Τροβάτο και αμέσως μετά, στα 500 μέτρα περίπου, περάσαμε απέναντι στο ποτάμι, στους Κλέφτες, έτσι λέγεται το πέρασμα. Περάσαμε το ξύλινο γεφυράκι γιατί το καρέλι ήταν εκτός λειτουργίας, σκουριασμένο πια, ποιος να το χρησιμοποιήσει.
Δύσκολο να βρεις εκεί το μονοπάτι που δείχνει ο χάρτης και αναγκαζόμαστε να κάνουμε μια κάθετη ανάβαση μέσα στα δέντρα και στα βράχια, κι όπου το συναντήσουμε. Ρίξαμε τον ιδρώτα της ζωής μας. Ευτυχώς το συναντήσαμε, αρκετά ψηλά, μια εκδοχή του μονοπατιού, που ερχόταν από πέρα. Το κανονικό, που έχει καθαριστεί πρόσφατα, ανεβαίνει από το ποτάμι κανονικά, αλλά θέλει να το πάρεις λίγο δεξιά, μόλις περάσεις απέναντι. Μια όμορφη διαδρομή, ανηφόρα, με πολλά λουλούδια και καλή βλάστηση, μονοπάτι αρκετά καλό. Λίγο πριν τα Επινιανά μας περίμεναν εκατοντάδες αηδόνια, κρυμμένα μέσα στην πυκνή βλάστηση από γαύρο, αγιοκλήματα, αγριάμπελες και καβαλαρούδες. Μια καταπληκτική συναυλία, μακάρι να μπορούσα να τα μαγνητοφωνήσω, θα τα άκουγα όλη τη μέρα. «Κοίτα πώς το λέν τα αηδόνια, το λένε Βάσω μου για σένα» κατά το «Τάσο μου για σένα», ο Τάσος και η Γκόλφω, αυτά μας ήρθανε στο νου, αυτά λέμε και γελάμε.
Τα Επινιανά όμορφο χωριό, αραιό, με θέα, πέτρινα σπίτια. Αυτό που δεν ξεχνάει κανείς εύκολα είναι η φιλοξενία. «Φαίνεστε κουρασμένοι, ελάτε να σας κεράσω γλυκό», μας λέει ο ιδιοκτήτης του μικρού ξενώνα που διατηρεί και το καφενείο – καφετέρια – ταβέρνα. Πράγματι το γλυκό του κουταλιού μετά από αυτό ήταν ό,τι έπρεπε. Συναντήσαμε και το λεωφορείο του Αθηναϊκού Ορειβατικού Συλλόγου, οι οποίοι πήγαν να κάνουν το φαράγγι στο Ασπρόρεμα.
Η επιστροφή ήταν γρήγορη μέχρι το ποτάμι. Νυχτώσαμε ευτυχώς μόλις πήραμε τον αυτοκινητόδρομο κι άρχισε η νυχτερινή όμορφη πορεία με τις σκιές των βράχων, το βουητό του νερού, τα αηδόνια και τις χιλιάδες κωλοφωτιές. Ανεπανάληπτες στιγμές, μόνο στο όνειρο. Τέσσερις ώρες περίπου η συνολική διαδρομή Αγραφα – Επινιανά να πάμε και να ‘ρθούμε
Μετά, στην ταβέρνα της Νίκης, με τη φασουλάδα, τη μακαρονάδα και την ωραία της σαλάτα με τα ντόπια μαρούλια, λίγο κρασί, τόσο όσο για το κέφι, λίγο τραγούδι, λίγο απ’ όλα. Και παραδοσιακά παρακαλώ
Την άλλη μέρα με τα αυτοκίνητα, δύσκολο δρόμο γεμάτο πέτρες, ευτυχώς που ψηλότερα συναντήσαμε τη μπουλντόζα που καθάριζε, ανεβήκαμε στο οροπέδιο της Νιάλας, πάνω από τα Καμάρια, το όμορφο μικρό χωριό με τα δεκαοκτώ σπίτια. Τόσα μετρούσα από ψηλά, κτίσματα με κόκκινες σκεπές. Αφήσαμε τα αυτοκίνητα κοντά στη μικρή λίμνη και ανεβήκαμε στην κοντινή κορυφή. Ολόγυρά μας όλο κορυφές. Βρισκόμαστε άλλωστε στην πιο ορεινή περιοχή της Ελλάδας, στη φημισμένη οροσειρά των Αγράφων, συνέχεια της Νότιας Πίνδου.
Δεν συναντήσαμε το μνημείο του Εμφυλίου, ίσως ήταν αρκετά πέρα στην κορυφογραμμή της Νιάλας. Μνημείο για τους νεκρούς της τραγικότερης στιγμής του Εμφυλίου, όπως πολλοί το γράφουν, όπου η φύση, και τα άγρια στοιχειά της, ένωσε προσωρινά τα αντιμαχόμενα μέρη, όπου οπλίτες και άμαχοι του Δημοκρατικού Στρατού, όσοι γλίτωσαν από την παγωνιά και το κρύο, κοιμήθηκαν και ζεστάθηκαν στις σκηνές των οπλιτών του τακτικού στρατού, που ήταν στρατοπεδευμένοι κοντά στην κορυφογραμμή, χωρίς να τους πειράξει κανείς, Μάιος του 1948. Την άλλη μέρα όμως, όταν μαζί με τα καθάρισμα του καιρού «καθάρισε» και το μυαλό κάποιων, συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν στη Λαμία κάπου δέκα, μεταξύ αυτών και η δασκάλα, η Βαγγελιώ Κουσάντζα από την Καρδίτσα, τουφεκίστηκαν στην Ξηριώτισσα. Με απόφαση του Κινίνου, ποιος άλλος..
ΕΜΦΥΛΙΟΣ Με ποιον να πας, όπως μας έλεγε ο κυρ καφετζής το πρωί της Κυριακής, με τους αντάρτες ή με το στρατό; Με όποιον κι αν πήγαινες, το μπελά σου εύρισκες. Εμφύλιος, η πιο τραγική στιγμή και για τα Αγραφα, η Νιάλα, η χιονοθύελλα, η δασκάλα και τόσοι άλλοι, κλαμένοι και άκλαυτοι. Πήγαν από το χωριό την άλλη μέρα και τους βοήθησαν, τους κατέβασαν στα Αγραφα, τους ζέσταναν, τους τάισαν τραχανά ζεστό. Αλλά…αυτή είναι η μοίρα της Ελλάδας, να «ξεφορτώνεται» κάθε φορά τα καλύτερά της παλικάρια. Έτσι, απλά
Η επιστροφή έγινε από την Καρδίτσα.