Δύο χιλιάδες ενενήντα οκτώ μέτρα (2.098μ) ξεκινώντας από το μηδέν (0) της Λαμίας είναι μια πρόκληση. Θα πάω “βρέξει χιονίσει” ήταν η απόφαση, ακόμα και μόνος. “Η Καλιακούδα βουνό της Στερεάς Ελλάδας βρίσκεται στην Ευρυτανία και διαχωρίζει τους μεγάλους ορεινούς όγκους των Βαρδουσίων, του Τυμφρηστού και του Παναιτωλικού, ενώ θα μπορούσε να θεωρηθεί και τμήμα των παραπάνω βουνών” διαβάζω στη Βικιπαίδεια.
Πρωινό ξύπνημα, χαράματα, και στη Λαμία η βροχή είναι δυνατή. Πού να πάω; Ομολογώ ότι ταλαντεύτηκα λίγο, αλλά τίποτα δεν με κρατούσε. Παλεύω τη νύστα μου με τις τσίχλες και ανοίγοντας συνεχώς το παράθυρο. Κακή συνήθεια. Προσπαθώ να θυμηθώ το ποίημα του Ζαχαρία Παπαντωνίου “Ρούμελη”, αλλά μένω μόνο στους δύο πρώτους στίχους που με εκφράζει “Τη μάνα μου τη Ρούμελη ν¶ αγνάντευα το λαχταρώ, ψηλά που με νανούριζες καημένο Καρπενήσι”. Παιδικές γλυκές αναμνήσεις έρχονται στο νου και τα έξι όμορφα χρόνια στο Γυμνάσιο…
Περνάω την καινούργια παράκαμψη του Καρπενησίου πίσω από τον λόφο του Αγίου Δημητρίου, που έγιναν τον Γενάρη του 1949 οι μεγάλες μάχες “σώμα με σώμα” του Δημοκρατικού Στρατού με τον Κυβερνητικό Στρατό και την άμυνα της πόλης. Ο εμφύλιος σε όλο του μεγαλείο με τις μεγάλες απώλειες εκατέρωθεν… Από τη μια ο αδερφός του πατέρα μου και από την άλλη ο αδερφός της μάνας μου. Νεκροί. Η ταινία “Ψυχή Βαθειά” του Παντελή Βούλγαρη, που είδαμε το προηγούμενο βράδυ, πηγαινοέρχεται στο μυαλό μου.
Εδώ, μαθητές στο Γυμνάσιο, νύχτα, με τις φεγγαράδες του Ιουνίου, ερχόμασταν για κεράσια πηδώντας τους φράκτες στα κτήματα της κοιλάδας του Καρπενησιώτη. Να φοβάσαι τον ίσκιο σου και τους αγροφύλακες. Σκίζαμε τα παντελόνια μας στα σύρματα για λίγα κεράσια.
Κατεβαίνοντας την ποταμιά και πριν τη διασταύρωση για το Μικρό Χωριό, στρίβεις αριστερά περνώντας τον Καρπενησιώτη και τα χωριά Κλαυσί και Μουζίλο και φθάνεις τελικά στην Ανιάδα. Μιάμιση ώρα από τη Λαμία.
Η Ανιάδα είναι χτισμένη μέσα σε πυκνό ελατοδάσος σε υψόμετρο 1.100 μέτρων στις πλαγιές της Καλιακούδας και ανήκει στο Δήμο Ποταμιάς. Η ομορφιά της ευρυτανικής φύσης βρίσκεται διάχυτη παντού, ειδικά αυτή την εποχή που το κίτρινο – κόκκινο της βελανιδιάς και της καστανιάς δένει με το βαθύ πράσινο του έλατου. Η Ανιάδα είναι και μια καλή βάση εξόρμησης για τη γύρω περιοχή. Από εδώ μπορεί κανείς να επισκεφθεί τα χωριά του Κρικελλοποτάμου, το Σέλο, τα Ψιανά, τα Δολιανά και την Κοντίβα με το φαράγγι “Πάντα Βρέχει”, την κορυφή φυσικά της Καλιακούδας και πολλά άλλα μέρη.
Χωρίς πολλά, από την πλατεία του χωριού, ακολουθώ το τσιμεντένιο κατηφορικό δρόμο και στο τέρμα του βρίσκω το χαλασμένο μονοπάτι, στη συνέχεια το καλντερίμι, που οδηγεί μέσα από βάτα και τσουκνίδες στο ρέμα, κάτω από το χωριό. Θέλει λίγη περιποίηση και σήμανση εδώ, που δεν την έχει. Περνώντας απέναντι και ανάμεσα σε βελανιδιές και καστανιές ανηφορίζω ελαφρά μπαίνοντας μέσα στα εγκαταλειμμένα χωράφια. Όμορφες εικόνες με τα γήινα χρώματα του φθινοπώρου και την κορνίζα της ομίχλης. Απέναντι τα αραιά σπίτια του χωριού με τις κόκκινες στέγες και ψηλά επάνω, ίσα που διακρίνεται, η απότομη κορυφή της Καλιακούδας, μέσα στην ομίχλη κι αυτή. Το ψιλόβρεχο με συνοδεύει σε όλη σχεδόν τη διαδρομή.
Πολλά μανιτάρια, όλων των ειδών. Όσο ωραία είναι να τα βλέπεις, τόσο επικίνδυνα είναι να τα φας. Όμως το “κυνήγι” του μανιταριού τελευταία αποκτάει και στην Ελλάδα όλο και περισσότερους φίλους. Διαβάζουμε ότι στα δάση της Ρωσίας μαζεύοντας μανιτάρια, κάποιοι δεν επιστρέφουν ποτέ πίσω γιατί χάνονται. Αυτό ισχύει, λιγότερο βέβαια, και για τους ορειβάτες, και κυρίως για τα παιδιά της ασφάλτου και των πόλεων. Οι άνθρωποι που μεγάλωσαν σε χωριό δύσκολα χάνονται. Σήμερα πολλοί βασίζονται στην τεχνολογία και τα GPS. Όμως η φύση παραμένει ακόμα φύση. Και μέσα απ’ αυτή τη διαδικασία της τεχνολογίας, ο άνθρωπος χάνει σιγά σιγά τα φυσικά του ένστικτα και τον προσανατολισμό…
Παρασύρομαι από τη μαγεία, έτοιμος να χαθώ ανάμεσα στο κίτρινο και το πράσινο, να γίνω ένα με τα ξυνόμηλα και τα τσάπουρνα, να σκαρφαλώσω πάνω στα δέντρα να αποφύγω τα τσακάλια και τους λύκους, την αρκούδα. Ο Αϊνστάιν έχει πει πως η φαντασία είναι η μεγαλύτερη δημιουργική δύναμη. Η φαντασία… Όχι η μόρφωση, ούτε τα χρήματα, ούτε η τύχη…
Φωτογραφίζω τη σαλαμάντρα, που βγήκε για το αργό της ταξίδι ανάμεσα στα βρεγμένα φύλλα. Περνώ και το δεύτερο ρέμα με το έντονο μουρμουρητό της κατεβασιάς και ανηφορίζω το σημαδεμένο μονοπάτι ανάμεσα σε άγριες μηλιές, άγριες τριανταφυλλιές και αγκορτσιές. Aγρια μήλα, κόκκινα αγκόρτσα και οι κόκκινοι καρποί της τριανταφυλλιάς. Ελάχιστες γκζάνες και κοτσύφια, η πτηνοσυντροφιά. Τύχη τα οικολογικά φιρίκια πεσμένα στο δασύ χορτάρι. Πλούσια τροφή στο πουθενά.
Περνώ το εξοχικό σπίτι με το κρεμασμένο κρεβάτι στον έλατο, το αλώνι, ο στροερός, με φόντο το χωριό και την απέναντι ράχη, και ανηφορίζοντας μέσα στο δάσος των ελάτων να μπροστά μου η κατασκήνωση της TREKKING HELLAS και πιο πάνω το καταφύγιο, κλειστό, χωρίς ζωή.
Περίμενα εδώ να συναντηθώ με τον ΕΠΟΣ ΦΥΛΗΣ, αλλά τους βρήκα στην κορυφή. Ανηφορίζοντας στη ρεματιά σε ένα τοπίο ρημαγμένο από τη μπουλντόζα για το δρόμο που βγάζει στο διάσελο και κατεβαίνει στο χωριό Στουρνάρα (Δολιανά), πάνω από το Πάντα Βρέχει, θυμήθηκα ξανά το “Ψυχή Βαθειά” και το “έχω απώλειες” που επαναλάμβανε συνέχεια ο ανθυπολοχαγός. Έχουμε τις “απώλειες” της ανάπτυξης στο διαρκή ανταγωνιστικό και σπάταλο “εμφύλιο” πόλεμο του ανθρώπου με τη φύση. Αν ο δρόμος ήταν για το αιολικό πάρκο, θα είχαμε κινήσει γη και ουρανό.
Σε μια ώρα στο καταφύγιο, σε 40 λεπτά στο διάσελο (1750 μ) και για την κορυφή 2 ώρες και 20 λεπτά συνολικά από την Ανιάδα. Απότομη ανάβαση, με το μονοπάτι να ελίσσεται ανάμεσα στο βράχινο τοπίο με ελάχιστες τραβέρσες. Φτάνοντας στη ράχη συνεχίζεις στην κόψη και να η κορυφή και η κολώνα της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού. Εκεί και η χαρούμενη παρέα, οι φίλοι του ΕΠΟΣ ΦΥΛΗΣ, ο Νίκος, η Πόπη… Φωτογραφίες και επιστροφή με γρήγορο κατέβασμα. παρά το γλιστερό της βρεγμένης μέρας και τη συνεχή βροχή, βροχή ήσυχη όμως χωρίς αέρα, αντιμετωπίσιμη.
Σε μιάμιση ώρα ξανά στην Ανιάδα, αφού φρόντισα να γεμίσω το σακίδιο με οικολογικά φιρίκια και το μυαλό μου με χιλιάδες σκέψεις και ατελείωτες εικόνες.
Στέφανος Σταμέλλος
http://e-onthemountain.blogspot.com